- γνετιτικά
- (gnetales).Τάξη γυμνόσπερμων φυτών που σήμερα περιορίζεται σε τρία γένη, την εφέδρα,το γνέτο και τη βελβιτσία.Τα φυτά αυτά έχουν τέλεια αγγεία, σπερμοβλαστικούς σχηματισμούς και σπερματική βλάστη, που έχει την ικανότητα να παράγει πολλά φυτά. Τα γ. είναι εξάλλου τα συγγενικότερα προς τα αγγειόσπερμα γυμνόσπερμα.
Dictionary of Greek. 2013.